Κάντρα κουκουλάρικα

Ήρα Φραγκούλη – Βελλέ

Δεν είναι μόνο η αισθητική αξία, η ομορφιά, που χαρακτηρίζει πολλά έργα λαϊκής τέχνης. Πολλά από τα εκθέματα του Λαογραφικού Μουσείου Ερμιόνης συνδέονται με άγνωστες, ξεχασμένες στιγμές της ιστορίας της πατρίδας μας.

kadro_kouk_site
Εικ. 1

Δυο ωραίες κορνίζες με φωτογραφίες, κεντημένες με κομμάτια από κουκούλια μεταξοσκώληκα, «κάντρα κουκουλάρικα», αναλλοίωτα από το χρόνο που πέρασε,  μας οδηγούν  στην Ερμιόνη των αρχών  του 20ου αιώνα.

Το ιστορικό πλαίσιο

Το 1906 προοδευτικοί νέοι της Ερμιόνης ίδρυσαν εδώ το Σύλλογο «Υπαπαντή», τον παλαιότερο πολιτιστικό Σύλλογο του τόπου μας. Πόθεν και γιατί πήρε αυτό τον τίτλο δε γνωρίζουμε. Φιλοτέχνησαν όμως και αφιέρωσαν τη γνωστή εικόνα που υπάρχει και σήμερα στο Ναό των Ταξιαρχών, είχαν και μεταξωτή σημαία για το σωματείο τους, μεγάλη, γαλανόλευκη, με την παράσταση της εορτής στο κέντρο, που κι αυτή βρίσκεται στον ίδιο ναό. Η 2α Φεβρουαρίου ήταν πανηγυρική εορτή για το Σύλλογο και όλο το χωριό με αρτοκλασία και δεξίωση-κεράσματα στα γραφεία του.

Μία από τις δραστηριότητες του Συλλόγου ήταν να εγκαταστήσουν σηροτροφία- εκτροφή μεταξοσκώληκα στην Ερμιόνη. Τι ιδέα! Πίστευαν ότι θα μπορούσε στο μικρό χωριό μας να ευδοκιμήσει μια τέτοια βιοτεχνία παραγωγής μετάξης όπως στην Καλαμάτα; Ας μην ξεχνάμε όμως ότι στη μικρή Ελλάδα των αρχών του 20ου αιώνα γίνονταν απεγνωσμένες προσπάθειες για κάποια οικονομική ανάπτυξη  σε μία εποχή που άρχιζε η μετανάστευση προς την Αμερική.

Το πρώτο βήμα ήταν να φυτέψουν μουριές, την τροφή του μεταξοσκώληκα. Ο Σύλλογος απέκτησε ένα κτήμα στην Κάππαρη και οι μουριές μεγάλωσαν γρήγορα. Στη συνέχεια προμηθεύτηκαν το «σπόρο»  τα αυγά δηλαδή του μεταξοσκώληκα και οι αυλές των σπιτιών μετατράπηκαν σε εκτροφεία!

Ήταν, έλεγαν, μια διασκέδαση για τα κορίτσια του χωριού να ξεκινούν κάθε μέρα πρωί-πρωί για το περιβόλι με τις μουριές και να φέρνουν ολόφρεσκα κλωνάρια με φύλλα. Ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία να τα στρώνουν σε ολοκάθαρα τραπέζια στην αυλή και να βλέπουν τις προνύμφες (κάμπιες) του μεταξοσκώληκα να τα καταβροχθίζουν, και πάλι φρέσκα κλωνάρια, ξανά και ξανά, ωσότου οι προνύμφες, μεγάλες και χορτάτες, σταματούσαν, σήκωναν το κεφαλάκι τους και ανέβαιναν επάνω στα όρθια τοποθετημένα γυμνά πλέον κλαδιά. Εκεί, έμεναν ακίνητες και άρχιζαν να βγάζουν τη μεταξένια κλωστή και να τυλίγονται  μ΄ αυτήν σχηματίζοντας το ολόλευκο κουκούλι Η κάμπια είναι πλέον νύμφη και αναπαύεται μέσα σ΄ αυτό. Σ΄ αυτό το στάδιο μάζευαν τα κουκούλια, προτού οι νύμφες γίνουν πεταλούδες , τα τρυπήσουν και βγουν για να συνεχίσουν τον κύκλο της ζωής τους.

Για τη συνέχεια δεν έχουμε καμιά πληροφορία. Πόσα κουκούλια πέτυχαν να ξετυλίξουν και να πάρουν τη μεταξωτή κλωστή; Τίποτα δε γνωρίζουμε για παραπέρα επεξεργασία, εκτός από το ότι αυτή η σηροτροφία κράτησε μόνο λίγα χρόνια και έληξε άδοξα. Συνέπεσε άλλως τε και με την εποχή μακροχρόνιων πολέμων (Βαλκανικών, Παγκοσμίου). Από αυτή την προσπάθεια παρέμεινε μόνο ιδιοκτησία του Συλλόγου το κτήμα με τις μουριές και αρκετά κουκούλια στα ερμιονίτικα σπίτια.

Και το μεν κτήμα, αφού ανταλλάχτηκε με ένα άλλο στους δυτικούς πρόποδες του λόφου των Μύλων, μετά τη διάλυση του Συλλόγου,  περιήλθε στην κυριότητα της τότε Κοινότητας Ερμιόνης με σκοπό να γίνει εκεί το νέο Κοιμητήριο, αυτό που υπάρχει και σήμερα

Όσο για τα κουκούλια…

Γράφει ο δάσκαλός μας Μιχάλης Παπαβασιλείου:

  «Κι ενώ η όμορφη και αποδοτική αυτή προσπάθεια, χάρη στην εργατικότητα των κοριτσιών πήγαιναν θαυμάσια, αναπάντεχα σταμάτησε χωρίς να ξέρει κανείς το γιατί, αφήνοντας ξοπίσω της μονάχα μνήμες ευχάριστες και κουκούλια κάμποσα, τα οποία τα άξια των κοριτσιών μας χέρια μεταβάλανε σε στολίδια περιζήτητα, όπως μαξιλάρια του καναπέ, μπάντες του κρεβατιού, κορνίζες για φωτογραφίες αγαπημένων τους προσώπων και διάφορα άλλα κομψοτεχνήματα που για την προίκα τους τοιμάζανε, μερικά από τα οποία σώζονται ακόμα σε αρκετά  σπίτια και σήμερα» («θρύλοι και παραδόσεις της Ερμιόνης» σελ. 148-149).

«Κάντρα κουκουλάρικα»

Απ’ όλα αυτά τα χειροτεχνήματα ιδιαίτερα αγαπητά ήταν τα κάδρα, οι φιλοτεχνημένες με κουκούλια κορνίζες για φωτογραφίες. Στην Κύμη όπου διατηρείται ακόμα η παραδοσιακή αυτή τεχνική τις ονόμαζαν «κάντρα κουκουλάρικα». Δύο τέτοιες κορνίζες λοιπόν βρίσκονται και στο Λαογραφικό μας Μουσείο (εικ. 1). Υπήρχαν από αυτήν την εποχή στο σπίτι του Φρατζέσκου και της Γαρυφαλλιάς Δέδε και είναι δωρεά της εγγονής τους Γαρυφαλλιάς Δέδε. Δεν ξέρουμε ποιους απεικονίζουν οι φωτογραφίες , -δε μας ενδιαφέρει άλλωστε- ούτε ποια κοπέλα τις φιλοτέχνησε, περιγράφουμε όμως την τεχνική τους.

kentima_metax_siteΤο κουκούλι είναι αρκετά μαλακό ώστε να κόβεται με ψαλιδάκι σε κομμάτια μικρά, ή μεγαλύτερα σε διάφορα σχήματα: στρογγυλά, τρίγωνα, μακρόστενα, λοξά… κλπ. Εύκολα το τρυπά η βελόνα ώστε να ράβονται τα κομματάκια αυτά σε μαύρο βελούδο κυρίως και να σχηματίζονται κλαδιά, λουλούδια και φύλλα με σχέδιο που υπάρχει αποτυπωμένο στο ύφασμα ή στο μυαλό της κεντήστρας. Η ιδιαίτερη ομορφιά τους είναι ένα ελαφρύ φούσκωμα, που προέρχεται από το σχήμα του κουκουλιού και μιμείται ανθοπέταλα και φύλλα, αλλά και το στιλπνό κατάλευκο χρώμα τους, που με το πέρασμα των χρόνων δε χαλά (μη ξεχνάτε πως είναι μετάξι!) αλλά και η βαφή τους είναι εύκολη. Τα διάφορα χρωματιστά τεμάχια κάνουν το κάδρο να μοιάζει με ζωγραφικό πίνακα.

Σήμερα στην Κύμη Ευβοίας συνεχίζεται και η λεπτεπίλεπτη αυτή χειροτεχνία από το γυναικείο Συνεταιρισμό και προβάλλεται ιδιαίτερα στην τοπική παραδοσιακή τεχνική.  Πιθανόν από εκεί να την έμαθαν και οι ερμιονίτισσες, με δεδομένους τους δεσμούς των ναυτικών μας με τη Κύμη (απ’ όπου έφερναν σύκα κουμιώτικα από κουμιώτικες  μαντήλες)

Φαίνεται ότι σ’ όλη την Ερμιονίδα ήταν γνωστή η τεχνική αυτή. Με ευχάριστη έκπληξη είδα παρόμοιο κάδρο στο Λαογραφικό κέντρο Κρανιδίου αλλά και στο νεοσύστατο κέντρο Διδύμων

Αγαπητοί Ερμιονίτες, αν υπάρχουν στο σπίτι σας παρόμοια «κάντρα κουκουλάρικα», μην τα περιφρονείτε.

Εκτός από ιδιαίτερα έργα λαϊκής τέχνης είναι και ενθυμήματα από μια ξεχασμένη ιστορία της Ερμιόνης. Είναι ανάμνηση των παππούδων μας, του πρώτου αυτού πολιτιστικού Συλλόγου και των γιαγιάδων μας που τα παρήγαγαν  και τα φιλοτέχνησαν με τα ευλογημένα χέρια τους.

Αν πάλι δεν έχουν θέση στο σπίτι σας, υπάρχει για αυτά στο Ιστορικό και Λαογραφικό μας Μουσείο.

(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό « στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα» τ. 5ο)